Ήταν Ιανουάριος. Ήταν ο μήνας που θα μετακομίζαμε στο καινούργιο μας σπίτι. Ο Άγγελος μεγάλωσε στο σπίτι της γιαγιάς του, στο Μετς, το οποίο το λάτρευε. Ένα νεοκλασικό που κοσμούσε τον πεζόδρομο και ξεχώριζε για την ομορφιά του.

Η γιαγιά του μας άφησε ξαφνικά, γιατί ήθελε να φύγει και να κάνει εντύπωση, όπως μας είχε πει στο τελευταίο Χριστουγεννιάτικο τραπέζι.

-Να ξέρετε εγώ όταν θα πεθάνω, θα κάνω εντύπωση!

Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά πάντα όλοι μαζί στο σπίτι της γιαγιάς του Αγγέλου. Η γιαγιά μας καλούσε όλους, μας αγκάλιαζε με την τρέλα της και το χιούμορ της στο αγαπημένο σπίτι στο Μετς.

-Εγώ θα έχω καθαρό σπίτι και γλυκό και εσείς να φέρετε τα υπόλοιπα!

Έτσι έλεγε…

Λάτρευε τα γλυκά και έφτιαχνε σε κάθε τραπέζι ό,τι πιο ευφάνταστο γλυκό, αλλά μισούσε το μαγείρεμα. Αγαπημένες στιγμές σε αυτό το σπίτι που πάντα μύριζε γλυκό, ενώ το τραπέζι γέμιζε με φαγητά της κάθε νοικοκυράς και κάθε νοικοκύρη της οικογένειας! Η μαμά του Άγγελου έφτιαχνε πάντα δυο πίτες και ο μπαμπάς μου παστίτσιο. Η μαμά μου δεν μαγείρευε εκείνες τις μέρες, αλλά φρόντιζε πάντα πριν φύγουμε από το σπίτι της γιαγιάς να είναι όλα λαμπίκο, λες και δεν είχε γίνει τραπέζι! Λάτρευα αυτές τις οικογενειακές μας στιγμές σε αυτό το σπίτι! Γέλια, αστεία και φυσικά χορό με πρώτη τη γιαγιά του Άγγελου.

Έφυγαν εκείνες οι στιγμές, όπως έφυγε ξαφνικά και η γιαγιά του Άγγελου την ημέρα της πρωτοχρονιάς. Φύγαμε το ξημέρωμα και το απόγευμα της πρωτοχρονιάς ο μπαμπάς του Άγγελου την βρήκε χωρίς ανάσα στον καναπέ στολισμένη και ήρεμη όπως μας είπε. Ήμασταν με τον Άγγελο στο αμάξι για να πάμε στον Παναγιώτη για καφέ. Κάπου εκεί στην Κηφισίας σταμάτησε στην άκρη και αρχίσαμε να κλαίμε σα μωρά παιδιά που έχασαν τα πάντα. Ακολούθησαν όλα τα διαδικαστικά που ήταν αρκετά επώδυνα, παρέα με τον πόνο της απώλειας.

Πέρασαν περίπου οχτώ μήνες κι εκείνο το σπίτι δεν άνοιξε μετά από την ημέρα της κηδείας. Η γιαγιά άφησε το σπίτι στον Άγγελο, αλλά ήθελε χρόνο για να αποφασίσει τι θα κάνει.

Ένα πρωινό Κυριακής, ο ήλιος μπήκε από το παράθυρο και μας ξύπνησε. Το είχαμε ξεχάσει ανοιχτό και τότε μου ανακοίνωσε:

-Θέλω να πάμε να μείνουμε στο σπίτι της γιαγιάς. Θέλεις;

-Ναι!

Τα μάτια του έλαμψαν και είδα τη χαρά στο χαμόγελο του μετά από καιρό. Δεν άφησε μέρα, βρήκε αρχιτέκτονα και μηχανικό και τους κυνηγούσε για κάθε λεπτομέρεια του σπιτιού. Σε  τέσσερις μήνες ήταν έτοιμο! Αποφασίσαμε να πάμε με δόσεις τα πράγματα μας, με πρώτη μεταφορά τα κουζινικά, τα κλινοσκεπάσματα, όπως έλεγε η γιαγιά του και τα ρούχα μας. Καταφέραμε σε ένα Σαββατοκύριακο να πάμε τα κουζινικά και τα κλινοσκεπάσματα, ενώ αυτό το σαββατοκύριακο θα πάμε τα ρούχα μας. Ήταν όλα έτοιμα σε κούτες και βαλίτσες για να τα πάμε το Σάββατο το πρωί. Έκανε κρύο εκείνες τις μέρες και αποφασίσαμε να φτιάξουμε γιουβαρλάκια, που δεν είχε φτιάξει κανείς μας στο παρελθόν. Πάντα ψάχνουμε συνταγές από διάφορους και επιλέγουμε ποια μας αρέσει καλύτερα. Πήρα το μεσημέρι τα υλικά και μόλις γυρίσαμε από τη δουλειά τα ετοιμάσαμε! Είχε κρύο, είχαν πει πως θα χιονίσει. Ευτυχώς για εμάς ακόμα δεν ήρθε ο χιονιάς στην πόρτα μας, γιατί θέλαμε να κάνουμε τη μετακόμιση.

-Ρεε φανταστικά βγήκαν!

-Πωωωω μπράβο μας!

-Πολλά είναι ε;

-Τελικά βγήκαν πολλά, θα τρώμε για μέρες!

Η δόση ήταν μεγάλη τελικά και βγήκαν δύο κατσαρόλες. Φάγαμε, κοιμηθήκαμε και ξυπνήσαμε το Σάββατο για να πάμε τα πράγματα.

-Νεφέλη, τα αμάξια γέμισαν, δε χωράνε άλλα!

-Άγγελε, τα μαγιό σου δεν πήρες!

-Νομίζεις θα τα χρειαστώ Ιανουάριο μήνα στο κρύο;

-Να μην τα πάρουμε όλα να τα τακτοποιήσουμε;

-Ό,τι θέλει το Νεφελάκι μου!

Ήταν πολύ χαρούμενος κι εγώ το ίδιο. Φορτώσαμε και φύγαμε. Τακτοποιήσαμε τα περισσότερα. Ευτυχώς είχαμε καθαρίσει το προηγούμενο Σάββατο και ο καναπές με την τηλεόραση μας περίμενε για να ξαποστάσουμε. Λιώσαμε στον καναπέ βλέποντάς μια ταινία και τρώγοντας τα υπολείμματα της πίστας που είχαμε παραγγείλει το μεσημέρι.

-Έκπληξη αγάπη μου! Κρασάκι! Το αγαπημένο σου!

-Εβίβα μας! Στο νέο μας σπίτι, στη νέα μας ζωή Νεφελάκι μου!

Κάναμε το νέο μας σπίτι μπαράκι, έχοντας λίγο κρασί και μουσική. Κατά τις δύο άρχισε να χιονίζει και σα χαζοχαρούμενα χοροπηδούσαμε μέσα στο σπίτι με τρέλα. Ήπιαμε όλο το μπουκάλι και αποκοιμηθήκαμε αγκαλιά στον καναπέ, γιατί το κρεβάτι μας δεν είχε έρθει ακόμα.

Το πρωί της Κυριακής όλα ήταν άσπρα. Το νέο μας σπίτι μας άλλαξε χώρα. Σα να μεταφερθήκαμε σε ένα ελβετικό σαλέ με χιόνια γύρω κι εμάς τους δύο μαζί αποκλεισμένους στο νέο μας υπέροχο σπίτι μας. Αν και όχι μεθυσμένοι το πρωί, σα χαζοχαρούμενα πετάξαμε από τη χαρά μας και βγήκαμε έξω για χιονοπόλεμο. Τι ωραία που είναι με το χιόνι! Φτιάξαμε ένα χιονάνθρωπο στην αυλή και πήγαμε στην ταράτσα του σπιτιού για να δούμε την κεραία.

-Ρεε τι ωραία που είναι όλα άσπρα!

-Ναι… Είναι! Λευκές είναι οι στιγμές μας και ας τις γεμίσουμε με χρώματα και αρώματα δικά μας!

Αγκαλιά σφιχτή. Εκεί στο κρύο, μέσα στο λευκό.

Μπήκαμε στο σπίτι και ευτυχώς είχαμε ανάψει το τζάκι.

-Νεφελάκι, τι θα φάμε;

-Γιουβαρλάκια! Δύο κατσαρόλες φτιάξαμε χτες!

-Τα έφερες;

-Δεν τα έφερες εσύ;

-Όχι…

Με πιάνει σπαστικό γέλιο.

-Αλήθεια; Νόμιζα τα πήρες εσύ!

-Όχι… Το ξέχασα!

-Κι εγώ!

Γελάει και ο Άγγελος και ακολουθεί το σπαστικό του γέλιο.

-Τέλεια!  Δύο κατσαρόλες μας παγώνουν στο ψυγείο στο άλλο σπίτι! Πολύ καλό!

-Ναι, αλλά φέραμε τα μαγιό σου!

-Σωστά, γιατί ως γνωστόν τα μαγιό τρώγονται και είναι πιο νόστιμα από τα γιουβαρλάκια!

Ευτυχώς, το μαγειρείο του κυρίου Αντώνη στον από πάνω δρόμο ήταν ανοιχτό τις Κυριακές και είχε γιουβαρλάκια. Φτάσαμε με δυσκολία, αλλά φάγαμε γιουβαρλάκια.

Θα ήθελες να μοιραστείς μαζί μου ένα σχόλιο;

Θέλεις να διαβάσεις περισσότερες ιστορίες;

  • Βράδυ Σαββάτου. Ετοιμάζομαι για να βγω και κοιτάζοντας τον καθρέπτη μιλάω φωναχτά στο άδειο σπίτι: «Γιώργο, μου λείπουν τα σαββατόβραδα μας». Μπήκα στο αμάξι και με δυνατή μουσική έφτασα στο μπαράκι για τα γενέθλια της Ντίνας από το χορό. Πολλοί άγνωστοι γύρω μου, αλλά ήταν σαν να τους ήξερα όλους από καιρό. Τη μια στιγμή

  • Αν έχω να θυμάμαι μια μέρα από τη ζωή μου, αυτή είναι η Παρασκευή 10 Νοέμβρη 2017.  Ήταν η πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής μου. Ήταν η μέρα ορόσημο. Είναι δυνατόν ένα email να φέρει την αλλαγή; Δεν το πίστευα, αλλά είναι δυνατόν. Είχα ξυπνήσει κατά τις 10.00 το πρωί μετά από ένα ξενύχτι με τους φίλους

  • Η συγκατοίκηση πάντα έχει ενδιαφέρον, ειδικά αν τη μοιράζεσαι με μια αγαπημένη σου φίλη. Είχαμε ξενυχτήσει το προηγούμενο  βράδυ μέχρι πρωίας. Η ώρα είχε περάσει και ήταν μια το μεσημέρι, αλλά τα φώτα και στα δύο υπνοδωμάτια του σπιτιού ήταν σβηστά. Κοιμόμασταν κι εγώ και η Δέσποινα. Σηκώθηκα κατά τις δύο και ένιωθα το στομάχι

  • Τα φοιτητικά μας χρόνια μένουν ανεξίτηλα και αυτό γιατί έχουν πλάκα. Είναι εκείνες οι στιγμές που θυμάσαι για πάντα και ξεπετάγονται άξαφνα στην μνήμη σου καθώς κάνεις μια βόλτα στην Πλάκα. Μια απο τις στιγμές που θα θυμάμαι για πάντα ήταν και η μέρα που έφυγα από το πατρικό μου για να πάω στην Αθήνα,