Σάββατο απόγευμα στο Βουκουρέστι.


Πάσχα στην Ελλάδα; Όχι φέτος! 
Αποφασίσαμε φέτος να κάνουμε κάτι διαφορετικό φέτος. Να κάνουμε Ανάσταση εκτός Ελλάδας. Βουκουρέστι βόλεψε, Βουκουρέστι μας πρότειναν, Βουκουρέστι πήγαμε τελικά. 

Είχαν όλα τον ήχο και την αίσθηση του ελληνικού Πάσχα σε διαφορετική γλώσσα. Ο Επιτάφιος, η Ανάσταση, η κατάνυξη σε ένα Πάσχα που δεν είναι στη γλώσσα σου μέσα σε μια εκκλησία, η οποία από το μεσαίωνα αγκαλιάζει τους ντόπιους και τώρα αγκαλιάζει εσένα. Είναι διαφορετικό να βλέπεις τη συνηθισμένη σου στιγμή του Πάσχα σε άλλο έργο, λες και είσαι στο σινεμά!

Αποφασίσαμε να πάμε μια εκδρομή στο εξοχικό του Βασιλιά, στο δεύτερο παλάτι του. Είναι ωραία αίσθηση να μπορείς να μπεις σε ένα νεκρό σπίτι που έγινε μουσείο και να αναρωτιέσαι πως ήταν παλιά που βασιλιάδες γυρνούσαν μέσα σε αυτούς τους τοίχους. Εδώ ήταν τη ζωή του, εδώ που εσύ πατάς και δεν μπορείς να αγγίξεις τίποτα, εδώ ήταν που περπατούσε και ζούσε τη κάθε του μέρα. Να βλέπεις τα σερβίτσια τους, τα πιάτα τους, τα σαλόνια τους, τα υπνοδωμάτια τους και την κουζίνα τους. ‘Ολο το παλάτι γυρίσαμε. Σταματήσαμε στην αυλή να βγάλουμε τις φωτογραφίες για να φαίνεται η φάτσα μας από κάθε γωνιά με άλλο σημείο του παλατιού σε κάθε πόζα. Βγάλαμε ότι πιθανή φωτογραφία και βίντεο μπορούσαμε και αρχίσαμε να βαδίζουμε προς την έξοδο. 

-Ωραία τα αξιοθέατα ε; λέει η Ανθή.
-Ε! Καλά δεν είναι η Βερσαλλίες! λέει Mύρα.
-Δε το έπιασες το υπονοούμενο γλυκιά μου ε; λέω εγώ.
-Σαν τις Βερσαλλίες δεν έχει! λέει ξανά η Μύρα.
-Λάθος ατάκα αγαπημένη μου! Σαν τη Χαλκιδική δεν έχει! 

Γελάμε φωναχτά και γυρίζει η παρέα μπροστά και με κοιτάει.

-Τι εννοείς ρε Ανθή; λέει η Σεμίνα.
-Έχουμε δει πολλά αξιοθέατα στο Βουκουρέστι; λέει η Ανθή.
-Πάλι δεν καταλαβαίνω! 
-Παιδί μου κοίτα μπροστά μας! Αξιοθέατα πολλά! λέει η Ανθή. 

Η Σεμίνα στρέφεται στο παλάτι το κοιτάει απ’ έξω ξανά και ξανά και προσπαθεί να καταλάβει τι εννοεί η Ανθή. 

-Ανθή, δες παιδάκι μου μπροστά τα αξιοθέατα. 
-Ποια εννοείς; 
-Τα παιδιά από μπροστά! 

Η φωνή μου ήταν λίγο πιο δυνατή απ’ όσο έπρεπε, αλλά να προσπαθώ να εξηγήσω στη Σεμίνα και να μην καταλαβαίνει. 

Η Παυλίνα είχε προχωρήσει πιο μπροστά από την ανδροπαρέα μόνη της. 

Γυρίζουν εκείνη την ώρα όλα τα αξιοθέατα που είχαν ακούσει όλη την κουβέντα και μας λένε:

-Γεια σας κορίτσια! 

Η Ανθή έχει σοκαριστεί και δεν μπορεί να αρθρώσει λέξη. 

-‘Ελληνες ε; ρωτάω εγώ μήπως και αλλάξουμε λίγο συζήτηση και ξεχαστεί το θέμα. 
-Έλληνες…ήρθαμε να κάνουμε τα αξιοθέατα! 

Αρχίζουμε να γελάμε όλοι μαζί. Η Ανθή προσπάθησε να μην κοκκινίσει πολύ αλλά δεν τα κατάφερε. 

-Ωχ! Παιδιά σόρρυ! λέει Ανθή.
-Αξιοθέατα μας είπες! Τιμή μας! 
-Δεν κατάλαβα ότι είστε Έλληνες! 
-Do not worry make a story! 

Κάπως έτσι η ατμόσφαιρα έγινε πιο χαλαρή και καταλήξαμε να πίνουμε όλοι μαζί καφέ σε ένα γραφικό καστράκι στην είσοδο του παλατιού. 

Κάπως έτσι γράφονται οι ιστορίες.  Κοίτα να δεις!

Μαρία Τσατσάκη

#atakaistoria #tsatsakimaria

Ατάκα από Ανδριάνα Παύλου!:)

Θα ήθελες να μοιραστείς μαζί μου ένα σχόλιο;

Θέλεις να διαβάσεις περισσότερες ιστορίες;

  • Βράδυ Σαββάτου. Ετοιμάζομαι για να βγω και κοιτάζοντας τον καθρέπτη μιλάω φωναχτά στο άδειο σπίτι: «Γιώργο, μου λείπουν τα σαββατόβραδα μας». Μπήκα στο αμάξι και με δυνατή μουσική έφτασα στο μπαράκι για τα γενέθλια της Ντίνας από το χορό. Πολλοί άγνωστοι γύρω μου, αλλά ήταν σαν να τους ήξερα όλους από καιρό. Τη μια στιγμή

  • Ήταν Ιανουάριος. Ήταν ο μήνας που θα μετακομίζαμε στο καινούργιο μας σπίτι. Ο Άγγελος μεγάλωσε στο σπίτι της γιαγιάς του, στο Μετς, το οποίο το λάτρευε. Ένα νεοκλασικό που κοσμούσε τον πεζόδρομο και ξεχώριζε για την ομορφιά του. Η γιαγιά του μας άφησε ξαφνικά, γιατί ήθελε να φύγει και να κάνει εντύπωση, όπως μας είχε

  • Αν έχω να θυμάμαι μια μέρα από τη ζωή μου, αυτή είναι η Παρασκευή 10 Νοέμβρη 2017.  Ήταν η πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής μου. Ήταν η μέρα ορόσημο. Είναι δυνατόν ένα email να φέρει την αλλαγή; Δεν το πίστευα, αλλά είναι δυνατόν. Είχα ξυπνήσει κατά τις 10.00 το πρωί μετά από ένα ξενύχτι με τους φίλους

  • Η συγκατοίκηση πάντα έχει ενδιαφέρον, ειδικά αν τη μοιράζεσαι με μια αγαπημένη σου φίλη. Είχαμε ξενυχτήσει το προηγούμενο  βράδυ μέχρι πρωίας. Η ώρα είχε περάσει και ήταν μια το μεσημέρι, αλλά τα φώτα και στα δύο υπνοδωμάτια του σπιτιού ήταν σβηστά. Κοιμόμασταν κι εγώ και η Δέσποινα. Σηκώθηκα κατά τις δύο και ένιωθα το στομάχι